Φορολογικά παιδιά ενός κατώτερου θεού

Ο ισχυρισμός του υπουργού Οικονομικών κ. Στουρνάρα ότι οι Έλληνες δεν υπερφορολογούνται ηχεί ειρωνικός στους περισσότερους πολίτες που, ενώ το εισόδημά τους μειώνεται, βρίσκονται αντιμέτωποι με περιορισμό του αφορολογήτου ορίου και των εκπιπτόμενων δαπανών, αλλά και με ταυτόχρονη δυσβάστακτη αύξηση των φόρων ακίνητης περιουσίας. Ειδικά για τους ελεύθερους επαγγελματίες και δη τους μικροεισοδηματίες, ο συνδυασμός των μέτρων αυτών έχει γίνει εξοντωτικός.

Η φορολογική αντιμετώπιση των ελεύθερων επαγγελματιών δικαιολογεί, πράγματι, την εντύπωση ότι η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για την επαύξηση των φορολογικών βαρών της πλειοψηφίας του πληθυσμού – με τους αυταπασχολούμενους να αποτελούν πρώτο στόχο.

Για να μιλήσω ειδικότερα για τους δικηγόρους – ως τυπικό παράδειγμα αλλ’ επ’ ουδενί λόγω ως αποκλειστική περίπτωση, για όλο και μεγαλύτερο ποσοστό τους αφθονούν οι ενδείξεις ότι δεν έχουν παρά πενιχρό εισόδημα. Οι παραστάσεις στα δικαστήρια και στα συμβόλαια καταγράφονται επισήμως και αποτελούν αδιάσειστη απόδειξη ότι πολλοί συνάδελφοι δεν έχουν παρά ελάχιστες ή και καμία απολύτως υπόθεση μέσα σε ολόκληρη χρονιά. Πολλοί παραμένουν δικηγόροι μόνο για να έχουν ασφαλιστική κάλυψη δαπανώντας αποταμιεύσεις ή υποστηριζόμενοι από τις οικογένειές τους. Και όμως αυτοί οι χειμαζόμενοι επαγγελματίες καλούνται να πληρώνουν φόρο 26% από το πρώτο ευρώ εισοδήματος χωρίς καμία απαλλαγή, ενώ τους έχει επιβληθεί ως ιδιόρρυθμος κεφαλικός φόρος το τέλος επιτηδεύματος από 650 ευρώ (που η δικαιοσύνη έκρινε συνταγματικό…) ακόμη και με μηδενικό εισόδημα. Αν τύχει να έχουν και κάποιο ακίνητο, ο φορολογικός τυφώνας τους οδηγεί σε δήμευση περιουσίας.

Το ίδιο ισχύει και σε πλήθος άλλων κλάδων, όπου η πτώση του τζίρου έχει προκαλέσει κατάρρευση εισοδημάτων που όλοι βλέπουμε, αλλά η Εφορία αρνείται πεισματικά να αναγνωρίσει. Η ισότητα ενώπιον του νόμου και η υποχρέωση συνεισφοράς στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις καθενός παραβιάζονται, νέοι άνθρωποι πλήττονται στο ξεκίνημά τους αδυνατώντας να ξεκινήσουν μια καριέρα ευπρεπή που θα αντικρίζει τις προσδοκίες τους και θα αποσβένει τόσα χρόνια σπουδών και εξόδων. Την ίδια ώρα που κρίνονται αντισυνταγματικές οι περικοπές αποδοχών των δικαστών και των ενστόλων, η φορολογική νομοθεσία ισοπεδώνει το πιο δραστήριο κομμάτι του εργασιακού δυναμικού. Οι νέοι επαγγελματίες ωθούνται ή να βρουν μία υπαλληλική θέση (που αποτελεί άπιαστο όνειρο μέσα στην κρίση) ή να εγκαταλείψουν τα όνειρά τους. Ή, ίσως το χειρότερο, εξαναγκάζονται να καταφύγουν στη φοροδιαφυγή – όχι πλέον ως παράβαση αλλά ως όρο επιβίωσης…

 

Ιωάννα Καλαντζάκου-Τσατσαρώνη

Δικηγόρος,

Αντιπρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών

 

Λέξεις κλειδιά:

Σχόλια

Υποβολή νέου σχολίου

Το περιεχόμενο αυτού του πεδίου παραμένει ιδιωτικό και δε θα εμφανίζεται δημόσια.